Δυσλεξία

Δυσλεξία
Η αλήθεια είναι ότι ο ορισμός της δυσλεξίας εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής και ασαφής δεδομένου ότι δεν καθορίζει απόλυτα κλινικά χαρακτηριστικά, αιτιολογία και παθογένεια . Έτσι η δυσλεξία εξακολουθεί να ορίζεται συνοπτικά ως "σοβαρή καθυστέρηση στην κατάκτηση της ανάγνωσης ενώ δεν υπάρχει νοητικό ή αισθητηριακό (οργανικό) έλλειμμα ή ψυχιατρική διαταραχή και οι ευκαιρίες για εκπαίδευση είναι επαρκείς.Διευκρινίζουμε στους γονείς, ότι όλα τα παιδιά δεν παρουσιάζουν πανομοιότυπες δυσκολίες στον γραπτό λόγο, ούτε ο βαθμός και η έκταση των δυσκολιών είναι ίδια.
Παρακάτω, μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποια από τα χαρακτηριστικά δυσλεκτικού παιδιου 3 πρώτων τάξεων του δημοτικού
Προσθέτει ή και αφαιρει γράμματα, συλλαβές, λέξεις
Συγχέει γράμματα που μοιάζουν οπτικά π.χ. το ¨α¨ με το ¨ο¨, το ¨ε¨ με το ¨η¨ και ¨ω¨, το ¨β¨ με το ¨δ¨ ή ¨θ¨ .
Συγχέει γράμματα που μοιάζουν ακουστικά όπως το ¨β¨ με το ¨φ¨ και το ¨π¨ με το ¨τ¨.
Αντιστρέφει γράμματα ή συλλαβές π.χ. λάμπα αντί μπάλα και πέρτα αντί πέτρα κ.τ.λ.
Υπάρχουν προβλήματα τονισμού, χρωματισμού και στίξης, χάνει την «σειρά».
Επαναλαμβάνει γράμματα, συλλαβές, λέξεις.
Για να δώσουμε πρακτικά μια ρεαλιστική εικόνα στον γονέα, διευκρινίζουμε ότι σε λειτουργικό παιδαγωγικό πλαίσιο, η αναγνωστική ικανότητα του (δυσλεκτικού) παιδιού απέχει 11/2 σχολική χρονιά από τις αντίστοιχες ικανότητες των συνομήλικων του. Στην πραγματικότητα δεν υφίσταται διαγνωση δυσλεξίας τουλάχιστον πριν από την έναρξη β΄ δημοτικού.Θα πρέπει δηλαδή, το παιδί πρώτα να κατακτήσει τους γραμματικοσυντακτικούς κανόνες του λόγου και έπειτα να υπάρξει αξιολόγηση και σίγουρη διάγνωση.
Αξιοσημείωτες αποτελούν οι επιστημονικές έρευνες για τις αιτίες της δυσλεξίας. Τα ποσοστά των δυσλεκτικών παιδιών σε μαθητικούς πληθυσμούς κυμαίνονται 3-9 %, το οποίο είναι σχετικά υψηλό ποσοστό σε σχέση με άλλες διαταραχές (Heim & Keil, 2004). Τα τελευταία χρόνια οι έρευνες περί δυσλεξίας επικεντρώνονται όλο και περισσότερο σε οργανικά αίτια παρά σε περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Παρακάτω, μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποια από τα χαρακτηριστικά δυσλεκτικού παιδιου 3 πρώτων τάξεων του δημοτικού
Προσθέτει ή και αφαιρει γράμματα, συλλαβές, λέξεις
Συγχέει γράμματα που μοιάζουν οπτικά π.χ. το ¨α¨ με το ¨ο¨, το ¨ε¨ με το ¨η¨ και ¨ω¨, το ¨β¨ με το ¨δ¨ ή ¨θ¨ .
Συγχέει γράμματα που μοιάζουν ακουστικά όπως το ¨β¨ με το ¨φ¨ και το ¨π¨ με το ¨τ¨.
Αντιστρέφει γράμματα ή συλλαβές π.χ. λάμπα αντί μπάλα και πέρτα αντί πέτρα κ.τ.λ.
Υπάρχουν προβλήματα τονισμού, χρωματισμού και στίξης, χάνει την «σειρά».
Επαναλαμβάνει γράμματα, συλλαβές, λέξεις.
Για να δώσουμε πρακτικά μια ρεαλιστική εικόνα στον γονέα, διευκρινίζουμε ότι σε λειτουργικό παιδαγωγικό πλαίσιο, η αναγνωστική ικανότητα του (δυσλεκτικού) παιδιού απέχει 11/2 σχολική χρονιά από τις αντίστοιχες ικανότητες των συνομήλικων του. Στην πραγματικότητα δεν υφίσταται διαγνωση δυσλεξίας τουλάχιστον πριν από την έναρξη β΄ δημοτικού.Θα πρέπει δηλαδή, το παιδί πρώτα να κατακτήσει τους γραμματικοσυντακτικούς κανόνες του λόγου και έπειτα να υπάρξει αξιολόγηση και σίγουρη διάγνωση.
Αξιοσημείωτες αποτελούν οι επιστημονικές έρευνες για τις αιτίες της δυσλεξίας. Τα ποσοστά των δυσλεκτικών παιδιών σε μαθητικούς πληθυσμούς κυμαίνονται 3-9 %, το οποίο είναι σχετικά υψηλό ποσοστό σε σχέση με άλλες διαταραχές (Heim & Keil, 2004). Τα τελευταία χρόνια οι έρευνες περί δυσλεξίας επικεντρώνονται όλο και περισσότερο σε οργανικά αίτια παρά σε περιβαλλοντικούς παράγοντες.